Της Καλυψούς Κανελλοπούλου
Αυστηροποιημένοι και πιο εντατικοί είναι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων που πραγματοποιεί συνεχώς επιτόπιους φορολογικούς ελέγχους και στη Δυτική Ελλάδα. Έχοντας διαπιστώσει, προσφάτως, αποκρυβείσα αξία που ξεπερνά τα 20 εκατομμύρια ευρώ σε πανελλαδικό επίπεδο, στελέχη της επιβάλλουν «τσουχτερά» πρόστιμα στους παραβάτες, την ώρα που «το… παιχνίδι με τις αποδείξεις, σε πολλές επιχειρήσεις, καλά κρατεί», σύμφωνα με πολίτες.
Όπως ωστόσο εξηγεί στον «Νεολόγο» ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Καταναλωτών, Γιώργος Λεχουρίτης, «οι έλεγχοι αυτοί στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν είναι αποτελεσματικοί ούτε αποτελούν ουσιαστικό τρόπο πάταξης της μάστιγας της φοροδιαφυγής». Ακόμη, επαγγελματίες της εστίασης της Πάτρας εκφράζουν, από τη δική τους σκοπιά, «παράπονα» για «μεροληψία και αδικία σε βάρος τους».
«Ασπίδα η πληρωμή με πιστωτική»
Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Καταναλωτών, Γιώργος Λεχουρίτης, η έκδοση απόδειξης σε οποιοδήποτε κατάστημα είναι υποχρεωτική και, όπως γνωρίζουμε, αν ο πελάτης δεν τη λάβει, δεν είναι και υποχρεωμένος να πληρώσει το αντίτιμο που του ζητείται. Επιπλέον, παροτρύνει τον κάθε πελάτη, όταν πάρει την απόδειξη, εφόσον διαθέτει ένα κινητό τηλέφωνο, να την σκανάρει για να διαπιστώσει αν είναι πραγματική ή ψεύτικη. Επίσης να δει αν πρόκειται για την απόδειξη της δικής του κατανάλωσης ή απόδειξη από άλλο τραπέζι (όπως συχνά γίνεται σε καταστήματα εστίασης και καταγγέλλεται επανειλημμένα από καταναλωτές). Όπως εξηγεί, μπορεί η απόδειξη που κόβεται να είναι πλαστή όπως συνέβαινε σε αρκετές περιπτώσεις. Ακόμη και μετά την ενεργοποίηση της ταυτοποίησης της απόδειξης, σύμφωνα με τον κ. Λεχουρίτη, έχουν πιαστεί εκατοντάδες επιχειρήσεις με διπλές ταμειακές μηχανές: Μία που ήταν συνδεδεμένη με το σύστημα και μια που δεν ήταν.
Ακόμη, προτρέπει τους καταναλωτές να ελέγχουν στις αποδείξεις την αναγραφόμενη ώρα και ημερομηνία, καθώς και αν πάνω υπάρχει η λέξη «προσωρινή», γιατί αυτό θα έδινε τη δυνατότητα να ακύρωσης της ισχύος της. Αν ο πελάτης διαπιστώσει κάτι τέτοιο, μπορεί να ζητήσει τα χρήματά του πίσω, ενώ σε κάθε περίπτωση η «ασπίδα» των καταναλωτών είναι η πληρωμή με πιστωτική κάρτα.
Σε περιπτώσεις παραβάσεων, οι πολίτες μπορούν να κάνουν καταγγελία – επώνυμη ή ανώνυμη- στην αντίστοιχη πλατφόρμα της ΑΑΔΕ. Ακόμη, μπορούν να απευθυνθούν και στις κατά τόπους εφορίες που λειτουργούν οι επιχειρήσεις.
«Κοροϊδία οι επιτόπιοι έλεγχοι»
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΙΝΚΑ, η τακτική των επιτόπιων ελέγχων δεν αποδίδει καρπούς. «Οι επιτόπιοι έλεγχοι είναι μια κοροϊδία. Για να είναι ουσιαστικοί, δεν μπορούν να γίνονται αποσπασματικά. Ας πούμε για παράδειγμα ότι γίνεται τώρα έλεγχος στα Καλάβρυτα, που είναι ένα μικρό τουριστικό ορεινό μέρος. Αν πάει λοιπόν ένα συνεργείο σε ένα τόσο μικρό μέρος, αυτόματα ενημερώνονται όλες οι επιχειρήσεις ότι υπάρχει στην περιοχή εφορία, ΑΑΔΕ, ΣΔΟΕ ή οποιοσδήποτε άλλος ελεγκτικός μηχανισμός, και κόβουν αποδείξεις». Αντ’ αυτού, προτείνει ως μέσο πάταξης της φοροδιαφυγής «να τοποθετηθούν ειδικά συνεργεία σε μια πόλη ή ένα νησί, τα οποία να υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις να κόβουν αποδείξεις. Έτσι, να καταγράψουν για μια εβδομάδα τον τζίρο των επιχειρήσεων, που θα είναι και ο τζίρος της τουριστικής περιόδου. Άρα θα υπάρχουν δεδομένα που θα αποδεικνύουν για παράδειγμα την αντίφαση: Αν οι επιχειρήσεις έχουν 1000 ευρώ τζίρο την ημέρα όσο ελέγχονται από τα συνεργεία και όταν αποχωρήσουν τα συνεργεία, έχουν ξαφνικά 100 ευρώ ημερήσιο τζίρο, αυτό σημαίνει ότι φοροδιαφεύγουν. Επομένως πρέπει να γίνεται μελέτη και σύγκριση των στοιχείων και των δεδομένων και αναλόγως με τα ευρήματα να χρεώνονται οι επιχειρήσεις. Έτσι πατάσσεται η φοροδιαφυγή».
«Άδικος καταλογισμός σε βάρος της εστίασης»
Το καλοκαίρι του 2024 πραγματοποιήθηκε μπαράζ ελέγχων για την πάταξη της φοροδιαφυγής από κλιμάκια της ΑΑΔΕ, σε καταστήματα εστίασης, καφέ, εστιατόρια και φυσικά beach bars. Και στους τρεις νομούς της Δυτικής Ελλάδας, οι έφοδοι ήταν συνεχείς και σε πολλές περιπτώσεις καταστήματα έβαλαν «λουκέτο». Σε πολλές των περιπτώσεων βρέθηκαν σε τραπέζια ή ξαπλώστρες αποδείξεις άλλων πελατών, κάτι που σημαίνει ότι δεν καταγράφονταν όλες οι καταναλώσεις. Όμως, τα αυστηρά μέτρα και οι ακόμη αυστηρότερες ποινές σε θέματα παραβάσεων, έκαναν πολλούς επαγγελματίες να μιλούν για μεροληπτική αντιμετώπιση.
«Η εντατικοποίηση των ελέγχων της φορολογικής διοίκησης σε επιχειρήσεις εστίασης κατά την διάρκεια της θερινής περιόδου ήταν εμφανής και στις επιχειρήσεις εστίασης. Σε συνδυασμό με το πολύ αυστηρό πλαίσιο διοικητικών ποινών και οικονομικών προστίμων, καταλήγει σε πολλές περιπτώσεις στον άδικο καταλογισμό» επισημαίνει ο Πρόεδρος του Συλλόγου Καταστηματαρχών Εστίασης και Αναψυχής Νομού Αχαΐας (ΣΚΕΑΝΑ), Τάσος Γιατράς.
Από πλευράς του, ο γενικός γραμματέας του ΣΚΕΑΝΑ, Παναγιώτης Ματθαιόπουλος, απαντά στο φαινόμενο των «προσωρινών» αποδείξεων, ξεκαθαρίζοντας πως πλέον είναι τόσο αυστηρά τα μέτρα πάταξης της φοροδιαφυγής, που δεν αφήνουν περιθώρια, όπως και για τις αποδείξεις από άλλα τραπέζια. «Πλέον δεν γίνεται οι αποδείξεις να μετατραπούν από προσωρινές σε μόνιμες, γιατί όλες οι αποδείξεις παίρνουν σήμανση. Κάθε τραπέζι που ανοίγεται και έρχεται μια προσωρινή απόδειξη, υποχρεωτικά θα μετασχηματιστεί σε κανονική. Άρα σε όποιο κατάστημα μας φέρουν δελτίο παραγγελίας, είναι σαν απόδειξη. Βέβαια όταν πληρώνουμε και εκδίδεται η τελική απόδειξη, δεν πάει ο σερβιτόρος να την πάρει και να την φέρει. Αλλά αν τη ζητήσουν οι πελάτες, θα τη φέρει. Είναι υποχρεωτικό δηλαδή να κοπεί απόδειξη σε κάθε περίπτωση. Δεν γίνεται να μην κοπεί» εξηγεί.
Όταν οι πελάτες «συναινούν»
Όπως επισημαίνουν οι επιχειρηματίες της εστίασης, σε όλους τους κλάδους σημειώνονται περιστατικά φοροδιαφυγής, και δεν είναι μόνο οι ίδιοι που χρησιμοποιούν άλλου είδους μεθόδους για να φοροδιαφύγουν. Εξ άλλου, είναι στην ευχέρεια του πελάτη να προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες για να διευθετηθεί το θέμα, είτε εκφράζοντας το εύλογο παράπονό του για έκδοση απόδειξης στον εκάστοτε επιχειρηματία, είτε προχωρώντας σε σχετική καταγγελία είτε- και αυτό είναι ένα από τα χείριστα είδη «τιμωρίας»- επιλέγοντας να μην επισκεφθεί ξανά το μαγαζί αυτό. «Θεωρώ ότι με όλα αυτά τα νέα συστήματα της ΑΑΔΕ και την ηλεκτρονική παρακολούθηση, σίγουρα η συμμόρφωση θα είναι μεγαλύτερη, γιατί δεν μπορεί κάποιος να κάνει και αλλιώς. Τέλος να πούμε ότι σε κάποιες περιπτώσεις είναι οι ίδιοι οι πελάτες που ζητούν να μην κοπεί η απόδειξη προκειμένου να είναι χαμηλότερη η τιμή» καταλήγει ο κ. Ματθαιόπουλος.